Ρεζίλι - λέξη κι αυτή. Πόσα συναισθήματα σε έξι γράμματα. Ντροπή, φόβος, ματαίωση, πάγωμα, τρόμος. Από όλα όσα φοβάσαι, μπορεί να είναι το μεγαλύτερο, ακόμη κι αν δεν το αντιλαμβάνεσαι. Και μπορεί να μην το αντιλαμβάνεσαι γιατί ίσως έχεις χτίσει τη ζωή σου έτσι, ώστε να νομίζεις πως ποτέ δεν θα χρειαστεί να το αντιμετωπίσεις.
Μπορεί να το ένιωσες όταν σε μάλωσαν στην πρώτη σου ζημιά ή όταν τα παιδικά χεράκια σου έβγαζαν το χρώμα απ’ τις γραμμές της ζωγραφιάς σου ή όταν έκανες λάθος στην ορθογραφία. Όταν σε σήκωναν να πεις το μάθημα, την έκθεση, το ποίημα και σε κοιτούσε όλη η τάξη.
Μπορεί να το ένιωσες όταν, μεγαλώνοντας, ένιωθες άβολα με το σώμα σου, την ανάγκη σου για φλερτ ή τη σεξουαλικότητά σου. Τότε που μπορεί να ήσουν ένα εφηβάκι πιο λιγνό, πιο παχουλό, πιο κοντό ή πιο ψηλό, πιο, πιο, πιο, όλο κάποιο πιο να σε κυνηγάει και να σε μειώνει με κάθε ευκαιρία.
Αργότερα, μπορεί να σε απείλησε η εικόνα του επαγγελματία που όλοι περίμεναν από σένα, αν δεν την είχες. Η εικόνα του σούπερ συντρόφου που δεν έγινες ή δεν βρήκες. Τα χρήματα που επιθύμησες, αλλά δεν έκανες. Που δεν παντρεύτηκες ακόμη ή που δεν έκανες παιδιά, που χώρισες, που πώς φέρεσαι στα παιδιά σου, που πώς έγινες έτσι, που, που, που, άλλη μια σειρά από λόγους για να ντρέπεσαι, να γίνεσαι ρεζίλι, στα μάτια τους, στα μάτια σου.
Ίσως, βέβαια, να είσαι ο άνθρωπος που είναι τέλειος και, φυσικά, τα κάνει όλα τέλεια. Όλοι γύρω σε χειροκροτούν και περιμένουν τα καλύτερα. Εννοείται πως ήσουν το πιο καλό παιδί, δεν ενοχλούσες ποτέ και δεν προβλημάτισες κανέναν. Ίσως ήσουν καλός μαθητής, όλοι περίμεναν πως θα περάσεις στο πανεπιστήμιο. Μπορεί να ανέλαβες την οικογενειακή επιχείρηση ακόμη κι αν δεν σου άρεσε, για να χαίρεται ο μπαμπάς που σε έπεισε πως έξω από το κοπάδι θα σε φάνε οι λύκοι. Ή παρηγόρησες τη μαμά που γέλαγε το χειλάκι της μόνο με σένα.
Να το ξέρεις πως το ξέρω πόση αγωνία υπάρχει πίσω από όλα σου τα επιτεύγματα αν έγιναν για άλλους. Ακόμη και για σένα αν τα έκανες, αλλά με το φόβο της επιβίωσης ή για να ξορκίσεις ένα ρεζίλι που καραδοκούσε αν δεν τα κατάφερνες πάντα και για πάντα. Πόσο φοβάσαι μη γίνει εκείνο το λάθος, η έκθεση, η αποκάλυψη. Το ξέρω, το βλέπω, το νιώθω. Κουράστηκες κι εσύ, αλλά δύσκολο να κατέβεις από το άγριο άλογο της τελειομανίας σου, φοβάσαι μη χτυπήσεις.
Όποιος κι αν είσαι, είτε η ντροπή βάφει τα μάγουλά σου κόκκινα, είτε σε ασπρίζει όταν το αίμα φεύγει από πάνω σου, στην ιδέα της έκθεσης, του λάθους, του εξευτελισμού, θέλω να ξέρεις πως σε βλέπω. Σε βλέπω και θα’ θελα τόσο πολύ να έρθω να σε πάρω μια αγκαλιά και να σου πω δυο λόγια μέσα από την καρδιά μου.
Θέλω να σου πω να παραμείνεις άνθρωπος, τόσο μικρός, όσο μεγάλος, τόσο σωστός όσο και λάθος, υπέροχος και δυσάρεστος, δημιουργικός ή χαοτικός, γελαστός ή θλιμμένος, με τις καλύτερες επιλογές ή με τις αστοχίες σου, με όλα τα μπράβο και τα ουουουου σου, με τα χειροκροτήματα και τις μούντζες σου, με όλα σου. Μπορείς να τα έχεις όλα αυτά ή κάποια ή πότε το ένα πότε το άλλο.